Έπειτα από μια καταστροφική για την ελληνική κοινωνία πενταετία – η οποία χαρακτηρίστηκε από την κατάρρευση του παλαιού αντιπαραγωγικού οικονομικού μοντέλου που ακολούθησε η χώρα μας τα τελευταία είκοσι χρόνια – είναι απόλυτη ανάγκη να διατυπώσουμε την στρατηγική της επόμενης ημέρας σε νέες βάσεις. Η νέα στρατηγική θα πρέπει να βασίζεται στις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας και στις διαθέσιμες κοινωνικές δυνάμεις και πόρους, αποτιμημένους σε ρεαλιστική βάση.

Στο νέο αναπτυξιακό περιβάλλον, η εγχώρια παραγωγή φαρμάκου έχει στρατηγικό ρόλο, καθώς συνδέει τις φαρμακευτικές ανάγκες της χώρας με τη μείωση των δαπανών υγείας, την κάλυψη των ασθενών με ποιοτικές και οικονομικές θεραπείες, αλλά και την ανάπτυξη. Η Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία εγγυάται την κάλυψη άνω του 70% των αναγκών σε φαρμακευτικές θεραπείες στην πρωτοβάθμια περίθαλψη και του 50% των αναγκών του νοσοκομειακό τομέα, χαλαρώνοντας έτσι σημαντικά τη θηλιά της χρόνιας εξάρτησης της χώρας από τις εισαγωγές φαρμάκων. Παράλληλα, το προσιτό Ελληνικό Φάρμακο αποτελεί τη λύση στο πρόβλημα της συγκράτησης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, χωρίς περαιτέρω επιβάρυνση των ασθενών, που ήδη αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην υψηλή συμμετοχή στο κόστος των φαρμάκων.

Παρά το γεγονός ότι το Ελληνικό φάρμακο συμμετέχει μόνο 20% στην εγχώρια φαρμακευτική δαπάνη, η συνεισφορά της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας στην Εθνική Οικονομία, την απασχόληση και την ανάπτυξη είναι σημαντική και τεκμηριωμένη: Αποτιμάται με 53.000 θέσεις εργασίας ( που επηρεάζονται άμεσα ή έμμεσα από την εγχώρια παραγωγή φαρμάκου) αποτιμάται με 2,8 δις. € ετήσιας συμμετοχής στη διαμόρφωση του ΑΕΠ (για κάθε 1 € που δαπανάται σε Ελληνικό Φάρμακο το ΑΕΠ αυξάνεται 3,42 €.) Αποτιμάται στην ενίσχυση των δημόσιων εσόδων και στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, καθώς το Ελληνικό Φάρμακο εξάγεται σε 85 χώρες και βρίσκεται σταθερά στη δεύτερη θέση των εξαγωγών της Ελλάδας, κατοχυρώνοντας την ελληνική τεχνογνωσία στο συγκεκριμένο τομέα.

Οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας δικαιολογούν πλήρως την ανάδειξή της σε αναδυόμενο αστέρα της οικονομίας, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη για το νέο βιώσιμο μοντέλο της ελληνικής οικονομίας, με ορίζοντα το 2020. Όμως, η εξέλιξη αυτή συνδέεται άμεσα με τη συμφωνία και εφαρμογή μιας Εθνικής Πολιτικής Φαρμάκου που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη και θα αξιοποιεί την αναπτυξιακή δυναμική της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Η πολιτική αυτή θα πρέπει να συνίσταται στη διασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης των δημόσιων φαρμακευτικών αναγκών, στην ύπαρξη διάφανου και απλού συστήματος τιμολόγησης και αποζημίωσης, στον έλεγχο της δαπάνης μέσω διαρθρωτικών μέτρων και στην εφαρμογή δυναμικής πολιτικής για τη χρήση ελληνικού παραγόμενου φαρμάκου – γενοσήμου, με ανάλογα κίνητρα για ιατρούς φαρμακοποιούς και ασθενείς.

Τα παραπάνω είναι αρκετά, ώστε να μετατρέψουν το φάρμακο από πεδίο χρόνιων συγκρούσεων και κοινωνικών τριβών σε αναπτυξιακό μοχλό παραγωγής εθνικού πλούτου προς όφελος της οικονομίας, της εργασίας, της δημόσιας ασφάλισης και του Έλληνα ασθενή.