Η νέα κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα της φαρμακευτικής πολιτικής υπό την πίεση νέων μνημονιακών υποχρεώσεων της χώρας και με ανοιχτές τις πληγές των συσσωρευμένων προβλημάτων στον χώρο της υγείας. Το αίτημα της πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών στις απαραίτητες θεραπείες, η διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος φαρμακευτικής περίθαλψης και η επάρκεια της φαρμακευτικής αγοράς παραμένουν τα μεγάλα ζητούμενα Και είναι μια ακόμα ευκαιρία να ξαναδεί η πολιτεία συνολικά και σφαιρικά την πολιτική που θα ακολουθήσει για το φάρμακο, τόσο για την προστασία της δημόσιας υγείας όσο και στο πλαίσιο μιας εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής.

Ποιες είναι όμως οι προτεραιότητες που θα πρέπει να εξεταστούν;

  1. H εξασφάλιση της πρόσβασης των ασθενών στη φαρμακευτική περίθαλψη που έχουν ανάγκη.

Η δημόσια κατά κεφαλήν φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας βρίσκεται σήμερα 30% χαμηλότερα σε σχέση με τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Και αυτό γιατί κινείται στους αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς και σκοπιμότητες που επιβάλουν τα μνημόνια. Η σκληρή καθημερινότητα των πολιτών έχει αναδείξει το σοβαρό πρόβλημα ότι οι ανάγκες τους στις απαραίτητες φαρμακευτικές θεραπείες είναι πολύ μεγαλύτερες από τον ετήσιο δημόσιο προϋπολογισμό που τους παραχωρείται για την υγεία τους. Αυτό φαίνεται καθαρά και από το γεγονός ότι οι ετήσιες δαπάνες του ΕΟΠΥΥ ξεφεύγουν από τους στόχους και ακολουθούν αυξητικές τάσεις. Απαιτείται, συνεπώς, μια συνετή επανεξέταση του ύψους της δαπάνης για τη φαρμακευτική περίθαλψη γιατί η δημόσια υγεία αποτελεί μη διαπραγματεύσιμο κοινωνικό αγαθό.

  1. Οι αναγκαίες εξοικονομήσεις στη φαρμακευτική δαπάνη.

Η παραπάνω αναγκαιότητα θα πρέπει να συνδυαστεί με μια νέα ορθολογική και σταθερή πολιτική που αφενός θα διατηρεί τη φαρμακευτική δαπάνη σε επίπεδα που μπορούν να αντέξουν οι σημερινές συνθήκες της εθνικής οικονομίας  και αφετέρου θα επιτρέπουν την πλήρη φαρμακευτική κάλυψη των ασθενών.

Αυτό έχει ως προϋπόθεση την αναβάθμιση του ΕΟΦ και τον εκσυγχρονισμό των διαδικασιών αδειοδότησης. Και οδηγεί στην ανάγκη ενός νέου συστήματος συνταγογράφησης και αποζημίωσης, που μπορεί να επιτευχθεί με τρείς  μεθόδους:

–              Έλεγχος της συνταγογράφησης και εξορθολογισμός της χρήσης και της κατανάλωσης φαρμάκων, ώστε να μην σπαταλούνται πόροι από τα Ταμεία σε μη αναγκαίες θεραπείες ή ανύπαρκτες ανάγκες. ( Η ΠΕΦ έχει υποβάλει αναλυτικές και τεκμηριωμένες προτάσεις για το θέμα αυτό)

–              Έλεγχος με αυστηρή αξιολόγηση της αποζημίωσης ( όπως συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης) των νεότερων ακριβών φαρμάκων που εισάγονται στην Ελληνική αγορά, αντικαθιστώντας παλαιότερα δοκιμασμένα και φτηνότερα φάρμακα και επιβαρύνοντας έτσι υπέρμετρα τον προϋπολογισμό.

–              Ενίσχυση της χρήσης των γενοσήμων και των οικονομικότερων φαρμακευτικών επιλογών. Τα γενόσημα φάρμακα αντιστοιχούν μόλις στο 1/5 της συνολικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ. Τα υπόλοιπα 4/5 καλύπτουν τις αποζημιώσεις των εισαγόμενων, συνήθως ακριβών ή πολύ ακριβών, φαρμάκων. Παρά τις σημαντικές μειώσεις τιμών των γενοσήμων τα  τελευταία 5 χρόνια – οι οποίες μεσοσταθμικά ξεπερνούν το 60% –  η διείσδυση τους στην φαρμακευτική αγορά παραμένει καθηλωμένη σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. όπου καλύπτουν από 40 έως 70% των αναγκών τους.

  1. Η ανάπτυξη της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας

Η εισαγωγή φαρμάκων τα οποία μπορούν να παραχθούν στη χώρα μας από σύγχρονες Ελληνικές παραγωγικές μονάδες, σε προσιτές τιμές και με σημαντική προστιθέμενη αξία, αποτελεί απαράδεκτη οικονομική αιμορραγία. Η Ελληνική φαρμακοβιομηχανία παράγει ποιοτικά φάρμακα που αναγνωρίζονται διεθνώς  για την αποτελεσματικότητά τους και εξάγονται με επιτυχία σε 80 χώρες. Η φαρμακοβιομηχανία αποτελεί κορυφαίο εξαγωγικό κλάδο της χώρας.

Η Ελληνική παραγωγή είναι σε θέση να καλύψει άμεσα το 70% των φαρμακευτικών αναγκών της πρωτοβάθμιας περίθαλψης και το 50% της νοσοκομειακής, προσφέροντας σημαντική εξοικονόμηση στη φαρμακευτική δαπάνη. Είναι κρίμα να εισάγουμε και να ακριβοπληρώνουμε ό, τι μπορούμε και  παράγουμε. Είναι κρίμα να ακολουθούνται πολιτικές που θα απαξιώσουν και θα βγάλουν από την αγορά το Ελληνικό φάρμακο.

Στο πλαίσιο της νέας διαρκούς διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, είναι ανάγκη η χώρα να εμφανίσει μια εθνική ομάδα εμπειρογνωμόνων που θα βάλει στο τραπέζι  με επάρκεια και αποτελεσματικότητα τα φλέγοντα αυτά ζητήματα. Πρέπει να γίνει σαφές ότι η Ελληνική αγορά δεν μπορεί να είναι έρμαιο των συμφερόντων που συνδέονται με τις ανάγκες δανεισμού της χώρας. Να γίνει κατανοητό ότι – στο πλαίσιο του συμφωνημένων δημοσιονομικών μέτρων –  η Ελληνική πολιτική φαρμάκου είναι εθνική υπόθεση, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Είναι υπόθεση που αφορά την υγεία των Ελλήνων πολιτών και τις αναπτυξιακές επιλογές της χώρας.