1. Όλες οι μελέτες δείχνουν ότι η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία αποτελεί ένα από τα  λίγα ατού μας για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δώστε μας μία εικόνα του κλάδου.

    Με μια σπουδαία τεχνογνωσία 50 ετών και 20 σύγχρονες  παραγωγικές μονάδες στη χώρα μας, η Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία αντιπροσωπεύει το 60% των θέσεων εργασίας του κλάδου και πάνω από το 90% των νέων επενδύσεων.  Εκτός όμως από βιομηχανία παραγωγής ποιοτικών φαρμάκων, αποτελεί και μια ερευνητική βιομηχανία, καθώς στηρίζει την έρευνα και την καινοτομία, επενδύοντας 30 εκατομμύρια ετησίως σε περισσότερα από 80 ερευνητικά προγράμματα και προωθώντας σταθερές συνεργασίες με ερευνητικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Επιστέγασμα της σπουδαίας ερευνητικής δραστηριότητας που επιτελείται στα ερευνητικά μας κέντρα αποτελεί η κατοχύρωση περισσοτέρων από 70 διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σε έναν σημαντικό αριθμό χωρών του εξωτερικού.

    Η ισχυρή εξαγωγική δυναμική των Ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών φέρνει το Ελληνικό επώνυμο φάρμακο σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής ´Ενωσης και συνολικά σε 80 χώρες παγκοσμίως. Αυτό το καθιστά δεύτερο εξαγωγικό προϊόν της χώρας και βέβαια αναδεικνύει τη διεθνή αναγνώριση της ποιότητας και αποτελεσματικότητας του Ελληνικού φαρμάκου.

    Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι τα παραπάνω στοιχεία καθιστούν την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία μια κρίσιμη αναπτυξιακή δύναμη για τη χώρα μας.

    2. Η νέα κυβέρνηση έχει δηλώσει από την πρώτη στιγμή ότι θα στηρίξει την εγχώρια φαρμακοβιομηχανία. Τι θεωρείτε από την πλευρά σας ότι θα σημαίνει αυτό εμπράκτως;

    Είναι γεγονός, ότι η ηγεσία του υπουργείου Υγείας έχει τοποθετηθεί υπέρ της τόνωσης της Ελληνικής παραγωγής φαρμάκων και της αναγνώρισης του ρόλου των γενοσήμων στις φαρμακευτικές θεραπείες, στο πλαίσιο μιας νέας εθνικής πολιτικής φαρμάκου – κάτι που θεωρούμε, πως κινείται στη σωστή κατεύθυνση και σίγουρα αντιμετωπίζουμε θετικά.

    Ωστόσο, έχοντας την ευθύνη να εκπροσωπώ τον συγκεκριμένο κλάδο από τη θέση του προέδρου της ΠΕΦ, μπορώ να σας διαβεβαιώσω, ότι το ζητούμενό μας δεν είναι να λάβουμε κάποιου είδους στήριξη από την Ελληνική Πολιτεία. Το κύριο ζητούμενό μας σχετίζεται με την ύπαρξη μιας συνολικής φαρμακευτικής πολιτικής που να αξιοποιεί  τη δυνατότητα της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας να καλύψει το 70% των φαρμακευτικών αναγκών της πρωτοβάθμιας περίθαλψης και το 50% της νοσοκομειακής με ποιοτικά και ασφαλή φάρμακα σε προσιτές τιμές. Αυτό θα οδηγήσει σε μια σοβαρή εξοικονόμηση στον προϋπολογισμό των φαρμακευτικών δαπανών, καθώς επίσης και σε προσιτές τιμές και χαμηλές συμμετοχές για τους ασφαλισμένους.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, είναι ξεκάθαρο, ότι δίνουμε ένα σαφές μήνυμα για την πρόθεσή μας να στηρίξουμε το Ελληνικό δημόσιο κι όχι αυτό εμάς. Αυτό κάνουμε εξάλλου μέχρι σήμερα, διότι για κάθε Ελληνικό Φάρμακο που συνταγογραφείται, το Ελληνικό Δημόσιο γλιτώνει σημαντικά ποσά.

3. Παρά τις προβλέψεις του Μνημονίου που ήθελαν αύξηση της χρήσης των γενοσήμων στην Ελλάδα, αυτό δεν μετουσιώθηκε στην πράξη. Τι έφταιξε και αντιστρόφως τι θεωρείτε ότι πρέπει να αλλάξει;

Για αυτό ευθύνεται σαφώς η πολιτική που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια και είχε ως αποτέλεσμα τα εισαγόμενα φάρμακα να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση στις φαρμακευτικές θεραπείες και να κυριαρχήσουν με 80% μερίδιο στην Ελληνική αγορά.

Σε o, τι αφορά στα γενόσημα, που αποτελούν τον κύριο κορμό στην παραγωγή της Ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, είναι γεγονός ότι η χώρα μας ακολουθεί εντελώς αντίθετη πορεία στη χρήση τους από τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες τα γενόσημα αποτελούν την κύρια επιλογή φαρμακευτικής θεραπείας, με ποσοστά που φτάνουν το 60-70% της συνολικής κατανάλωσης.
Τα μέτρα που υλοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του Μνημονίου εστίασαν στην επιβολή εξαντλητικών μειώσεων στις τιμές των οικονομικών γενοσήμων. Το πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης αντιμετωπίστηκε δημοσιονομικά και όχι αναπτυξιακά και σίγουρα μονομερώς σε βάρος της Ελληνικής παραγωγής. Σήμερα είναι ξεκάθαρο, με βάση τα αποτελέσματα των τελευταίων τριών ετών, ότι η πολιτική για διεύρυνση των γενοσήμων μέσω μειώσεων στις τιμές απέτυχε.

Επιπλέον, η απουσία μιας πολιτικής ενημέρωσης του κοινού για την ποιότητα των Ελληνικών γενοσήμων, καθώς επίσης και για χαμηλότερες συμμετοχές  αποτέλεσε ένα ακόμη εμπόδιο για τη διείσδυσή τους. Παράλληλα, δεν υπήρξαν συγκεκριμένα κίνητρα που να ενθαρρύνουν τη συνταγογραφία του γιατρού σε μια τέτοια κατεύθυνση και να διασφαλίζουν τους όρους κερδοφορίας των φαρμακοποιών από την επιλογή διάθεσής τους.

Στο σημείο αυτό, θεωρούμε, ότι κομβικό σημείο για την αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων αποτελεί η δυνατότητα του γιατρού να προτείνει και εμπορική ονομασία για το γενόσημο. Παράλληλα, θα πρέπει να διασφαλιστεί ένα 10% μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους για τον φαρμακοποιό, όταν αυτός χορηγεί γενόσημο ή υποκαθιστά πρωτότυπο με γενόσημο. Τονίζουμε επίσης, ότι η πολιτική για το φάρμακο πρέπει να εστιάσει στα διαρθρωτικά μέτρα ελέγχου συνταγογραφίας, καθώς επίσης και της προσφοράς και της ζήτησης προς όφελος τόσο των ασθενών, όσο και των Ταμείων.
Στην κατεύθυνση αυτή, πρέπει επιτέλους να σταματήσουν οι συνεχείς μειώσεις στις τιμές των οικονομικών φαρμάκων. Η εμμονή σε αυτή τη λογική θα οδηγήσει στην υποκατάστασή των προσιτών Ελληνικών φαρμάκων από ακριβές θεραπείες, καθώς η παραγωγή τους θα καταστεί ασύμφορη με συνέπεια την απόσυρσή τους από την αγορά.

4. Έχετε αναφερθεί και στο παρελθόν στα συγκεκριμένα ενεργητικά κίνητρα που χρειάζεται να δοθούν σε γιατρούς, φαρμακοποιούς και ασθενείς, ώστε να αυξηθεί η χρήση γενοσήμων. Μπορείτε να γίνεται πιο αναλυτικός;

Η διεθνής  εμπειρία έχει δείξει, ότι η αύξηση της διείσδυσης των γενοσήμων προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας συνειδητής επιλογής του γιατρού, ενός σαφώς ορισμένου κινήτρου για τον φαρμακοποιό κι ενός κλίματος αποδοχής και εμπιστοσύνης από την πλευρά του ασθενούς.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητος ο σχεδιασμός μιας ξεκάθαρης πολιτικής από τον ΕΟΠΥΥ, στην οποία θα συμμετέχουν ενεργά οι επαγγελματίες υγείας, με τον γιατρό να έχει τη δυνατότητα να επιλέξει οικονομικότερα φάρμακα που εμπιστεύεται. Στην ίδια λογική, θα πρέπει να αρθούν τα αντικίνητρα που υφίστανται σήμερα στους φαρμακοποιούς, ώστε να μπορούν να επιλέγουν οικονομικότερα φάρμακα, χωρίς να ζημιώνονται.  Το αντίστοιχο κίνητρο για τον ασθενή θα προκύψει από την ενημέρωσή του σχετικά με την ποιότητα των Ελληνικών Φαρμάκων, τα οποία κυκλοφορούν εδώ και 50 χρόνια στα Ελληνικά νοικοκυριά -αλλά και σε 80 άλλες χώρες- κι από τη διασφάλιση της μειωμένης συμμετοχής για τους ασθενείς, σε περίπτωση που επιλέγουν Ελληνικό γενόσημο.

5. Έχετε επανειλημμένως τονίσει ότι έχουν γίνει αρκετές παρεμβάσεις σε επίπεδο τιμών φαρμάκων και πώς από εδώ και πέρα, χρειάζεται να παρέμβουμε στην κατανάλωση, ώστε να μειωθεί ο όγκος. Όμως, είναι αλήθεια ότι σε σύγκριση με άλλες χώρες έχουμε πολύ υψηλές τιμές στα εκτός πατέντας και γενόσημα σκευάσματα…

Αυτό, στο οποίο αναφέρεστε πιθανώς να ίσχυε πριν από κάποια χρόνια. Τα τελευταία πέντε χρόνια οι μειώσεις που επιβλήθηκαν στις τιμές των γενοσήμων φαρμάκων ανήλθαν στη χώρα μας σε ποσοστό της τάξεως του 60%. Οι τιμές διαμορφώθηκαν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, ενώ, εάν συνυπολογιστούν τα rebate και clawback που μας επεβλήθησαν, η τελική τιμή του γενοσήμου διαμορφώνεται περίπου στο 27% του πρωτοτύπου.

Ωστόσο και παρά τη δραματική αυτή  μείωση, τα μερίδια αγοράς των γενοσήμων, που, όπως σας ανέφερα και παραπάνω αφορούν κυρίως σε φάρμακα Ελληνικής παραγωγής, παρέμειναν καθηλωμένα στο επίπεδο του 20% της αγοράς προς όφελος των εισαγομένων ακριβών φαρμάκων. Αυτό διαμορφώνει ένα πλαίσιο ασφυκτικών συνθηκών στο οποίο επιχειρούν οι Ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες και στο οποίο οι διαμορφούμενες τιμές των Ελληνικών γενοσήμων είναι οριακές.

Να σημειωθεί επίσης, ότι στην Ελλάδα τα πρωτότυπα φάρμακα τιμολογούνται με βάση τον μέσο όρο της τιμής των τριών φθηνότερων της ΕΕ, κάτι που δεν ισχύει σε όλες τις χώρες του εξωτερικού. Υπάρχουν, για παράδειγμα, χώρες, όπου οι αντίστοιχες τιμές των πρωτοτύπων φαρμάκων ορίζονται ως το διάμεσο των αντιστοίχων τιμών των φαρμάκων μεταξύ ενός συγκεκριμένου αριθμού χωρών. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν, ότι η όποια σύγκριση με τις χώρες του εξωτερικού δεν έχει κάποιο νόημα.

Θα μπορούσαν τα Ελληνικά γενόσημα να κυκλοφορούν σε ακόμα χαμηλότερες τιμές; Είναι προφανές, ότι οι τιμές των γενοσήμων στην Ελλάδα θα μπορούσαν να μειωθούν περισσότερο όσο αυξάνεται η διείσδυσή τους, όσο μεγαλώνει το μερίδιό τους στην αγορά, μέσω μιας οργανωμένης πολιτικής ενθάρρυνσης της χρήσης τους. Με τις πολιτικές του Μνημονίου να έχουν κάνει όμως το παν προς την αντίθετη κατεύθυνση, να λειτουργούν δηλαδή καταχρηστικά ενάντια στη διεύρυνση της χρήσης των γενοσήμων (και δη των Ελληνικών..), η όποια προσπάθεια στη δημόσια συζήτηση να εστιαστεί το ζήτημα της φαρμακευτικής δαπάνης στις τιμές τους λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και ενδεχομένως εσκεμμένα αποπροσανατολιστικά. Πόσο  μάλλον, όταν αυτή επικαλείται παραδείγματα χωρών, στις οποίες η χρήση των γενοσήμων ανέρχεται σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά απ´ ό,τι στην Ελλάδα και σε ορισμένες μάλιστα αποτελεί την κύρια φαρμακευτική αγωγή.
Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι η μονοδιάστατη επικέντρωση στις τιμές εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών. Με έναν αριθμό συνταγών, ο οποίος παραμένει στα προ κρίσης επίπεδα, με μια πολύ μεγάλη αύξηση στη συμμετοχή των ασφαλισμένων και με έναν πολύ υψηλό αριθμό ανασφάλιστων πολιτών, πιστεύω, ότι είναι απαραίτητο όσο ποτέ άλλοτε να προχωρήσουμε σε διαρθρωτικά μέτρα ελέγχου της κατανάλωσης φαρμάκων.

Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι το πρόβλημα δεν είναι οι τιμές των γενοσήμων, αλλά η αύξηση της διείσδυσής τους και ο έλεγχος του όγκου των ακριβών φαρμάκων.

6. Αρκετοί υποστηρίζουν ότι μόνο μέσω της δραστικής μείωσης της τιμής των γενοσήμων και την καθιέρωση κινήτρων, με στόχο να αυξηθεί η κατανάλωσή τους, είναι δυνατόν αφενός να ελεγθεί η φαρμακευτική δαπάνη και αφετέρου η Πολιτεία να εξοικονομήσει πόρους, ώστε να αποζημιωθούν νέες, καινοτόμες και κατά τεκμήριο ακριβές θεραπείες. Τι λέτε εσείς;

Για το θέμα των ήδη χαμηλών τιμών των γενοσήμων σας απάντησα ήδη. Όπως σας είπα, οι τιμές τους δεν επηρεάζουν πλέον το κόστος των φαρμακευτικών θεραπειών.
Στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, πιστεύω  ακράδαντα  ότι η διεύρυνση της χρήσης των γενοσήμων μπορεί να επιφέρει σοβαρή εξοικονόμηση στη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, απελευθερώνοντας πόρους για πραγματικά καινοτόμες φαρμακευτικές θεραπείες. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητη επίσης και η συστηματική αξιολόγηση των ακριβών φαρμάκων που εισέρχονται στο σύστημα ως προς το θεραπευτικό αποτέλεσμα που προσφέρουν, ώστε να μη γίνεται κατάχρηση στην επιλογή τους. Τα στοιχεία μάλιστα για τη χώρα μας δείχνουν μια σαφή τάση υποκατάστασης των παλιών, καταξιωμένων και προσιτών φαρμάκων με ακριβότερες θεραπείες, για τις ίδιες ενδείξεις, με συνέπεια την αύξηση του κόστους των φαρμακευτικών θεραπειών. Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία της Ομοσπονδίας Συνεταιρισμών Φαρμακοποιών Ελλάδος (ΟΣΦΕ), η μέση τιμή των ΦΥΚ έμεινε ανεπηρέαστη από μέτρα που εφαρμόστηκαν για τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης, εμφανίζοντας αύξηση σε ποσοστό 24%.

Είναι λοιπόν απορίας άξιον, πώς η πτωχευμένη Ελλάδα αποζημιώνει φάρμακα που δεν αποζημιώνονται από τα ασφαλιστικά ταμεία οικονομικά εύρωστων χωρών.

7. Είστε υπέρ ή κατά των κεντρικών διαγωνισμών για την προμήθεια φαρμακευτικών ουσιών από τα νοσοκομεία;

Το σύστημα προμηθειών φαρμάκων που εφαρμόστηκε τα προηγούμενα χρόνια στα νοσοκομεία εμφάνισε σοβαρότατα προβλήματα που οδήγησαν σε σημαντικές ελλείψεις και ανεπάρκειες. Ως κλάδος, τασσόμαστε υπέρ ενός συστήματος προμηθειών φαρμάκων με τρεις προμηθευτές. Σε ο, τι αφορά επίσης στους προϋπολογισμούς των νοσοκομείων, καθώς επίσης και στην προμήθεια φαρμάκων θεωρούμε πιο ορθολογικό αυτό να γίνεται ανά περιφέρεια.