AΠΕ-ΜΠΕ (10.03.2018)

Είμαστε η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε εισαγωγές ακριβών φαρμάκων και η τελευταία σε χρήση οικονομικών γενοσήμων, επισημαίνει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Θεόδωρος Τρύφων, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), ο οποίος εξηγεί ότι αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα λειτουργούν 28 εργοστάσια υψηλής τεχνολογίας που μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των ασθενών σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% με ποιοτικά ελληνικά γενόσημα.

Ο ίδιος κάνει λόγο για «άνιση -και σε ορισμένες περιπτώσεις καταχρηστική- αντιμετώπιση που υφίσταται στη χώρα μας το ελληνικό φάρμακο» και για τα περί του αντιθέτου, με αφορμή ανώνυμη επιστολή που έγινε στοιχείο πολιτικής αντιπαράθεσης, σημειώνει πως «η ανώνυμη αυτή επιστολή παραθέτει παντελώς ψεύτικα και στρεβλά στοιχεία», τα οποία ο ίδιος αντικρούει. Επισημαίνει, επίσης, ότι τον αυστηρό Κώδικα Δεοντολογίας, που ισχύει για όλες τις φαρμακευτικές και περιλαμβάνει συγκεκριμένους κανόνες αποφυγής αθέμιτων πρακτικών, οφείλουν να τον τηρούν όλοι και να τον περιφρουρούν με εσωτερικούς ελέγχους.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Θεόδωρου Τρύφων στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη.

ΕΡ: Έχετε την αίσθηση ή την πεποίθηση και μετά την υπόθεση Novartis, ότι υπάρχει ή υπήρξε αθέμιτος ανταγωνισμός, όχι μόνο μεταξύ των φαρμακευτικών πολυεθνικών στην Ελλάδα, αλλά και έναντι της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας;

ΑΠ: Το θέμα της Novartis διερευνάται διεθνώς και στην Ελλάδα έχει επιληφθεί η δικαιοσύνη. Δεν θα ήταν σωστό, τη στιγμή αυτή, να κάνω οποιοδήποτε σχόλιο επ’ αυτού, αν και είναι σαφές ότι η ανακίνηση του όλου θέματος από τις αμερικανικές αρχές, πέραν των άλλων, συνδέεται και με το γενικότερο εμπορικό ανταγωνισμό Ευρώπης-ΗΠΑ. Για το ζήτημα του επιχειρηματικού ανταγωνισμού, που θέτετε, θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι οι φαρμακοβιομηχανίες στην Ελλάδα – πολυεθνικές και ελληνικές –  ακολουθούν έναν αυστηρό Κώδικα Δεοντολογίας με συγκεκριμένους κανόνες αποφυγής αθέμιτων πρακτικών. Τη δεοντολογία αυτή οφείλουν οι εταιρίες να την διασφαλίζουν με ειδικές υπηρεσίες αυστηρού εσωτερικού ελέγχου και αυτό δεν αφορά μόνο τον μεταξύ τους ανταγωνισμό αλλά και την ορθή εφαρμογή των νόμων και κανονιστικών διατάξεων της Πολιτείας. Τα στοιχεία κάθε επιστημονικής χορηγίας ή ιατρικού/επιστημονικού συνεδρίου αναρτώνται πλέον στον ΕΟΦ. Η διαφάνεια είναι πλήρης. Άλλο είναι το θέμα της άνισης -και σε ορισμένες περιπτώσεις καταχρηστικής- αντιμετώπισης που υφίσταται στη χώρα μας το ελληνικό φάρμακο, αλλά αυτό αφορά κυρίως την πολιτική που επιβλήθηκε στις κυβερνήσεις από την τρόϊκα την εποχή των μνημονίων.

EΡ: Έγιναν όσα έπρεπε -κατά τη γνώμη σας- τα προηγούμενα χρόνια για να αυξηθεί η διείσδυση των γενοσήμων στην ελληνική αγορά; Ενώ στη Γερμανία ξεπερνά το 50% , στη χώρα μας εξετάζεται αν έχει φτάσει ή ξεπεράσει το 20%. Γιατί;

ΑΠ: Όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευνοούν τη χρήση των οικονομικών γενοσήμων, που είναι ουσιωδώς όμοια φάρμακα με όσα έχασαν το αρχικό πατέντο τους και παράγονται με τους ίδιους αυστηρούς κανόνες ποιοτικού ελέγχου. Τα ποσοστά συμμετοχής των γενοσήμων, ακόμα και σε χώρες προηγμένης φαρμακευτικής τεχνολογίας, ξεπερνούν κατά πολύ το 50% γιατί η συμμετοχή των γενοσήμων στη φαρμακευτική δαπάνη λειτουργεί παντού ως εξισορροπητικός παράγοντας συγκράτησης του κόστους. Αυτό δεν συμβαίνει στην Ελλάδα της κρίσης, όπου τα γενόσημα έχουν καθηλωθεί σε ποσοστά κάτω του 20% Είμαστε η πρώτη χώρα στην Ευρώπη σε εισαγωγές ακριβών φαρμάκων και η τελευταία σε χρήση οικονομικών γενοσήμων. Και αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι στην Ελλάδα λειτουργούν 28 εργοστάσια υψηλής τεχνολογίας που μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των ασθενών σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% με ποιοτικά ελληνικά γενόσημα, τα οποία άλλωστε αποτελούν το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν της χώρας.

EΡ: Για την κατάσταση που περιγράφετε, βλέπετε σκοπιμότητα ή απλώς αδιαφορία στη χάραξη συγκεκριμένης πολιτικής;

ΑΠ: Δεν μπορώ να κρίνω τις προθέσεις ούτε είναι ο ρόλος μου να κρίνω δημόσια το ενδιαφέρον ή την αδιαφορία των μηχανισμών. Για μας το αποτέλεσμα μετράει. Και το αποτέλεσμα περιγράφει μια διαχρονική πολιτική που εστιάζει σε μέτρα που χτυπούν υπέρμετρα την ελληνική παραγωγή, ιδιαίτερα την περίοδο των μνημονίων. Έχουμε υποβάλλει τεκμηριωμένες αναλύσεις και προτάσεις στην κυβέρνηση και τα κόμματα. Είναι επιτέλους ανάγκη να διαμορφωθεί μια εθνική πολιτική για το φάρμακο που θα εξασφαλίζει την απρόσκοπτη και ασφαλή πρόσβαση των ασθενών στην περίθαλψη σε ένα νομικό και κανονιστικό περιβάλλον χωρίς στρεβλώσεις. Ένα τέτοιο περιβάλλον θα επιτρέψει και στην ελληνική φαρμακοβιομηχανία – που αποτελεί ουσιώδη πυλώνα απασχόλησης και ανάπτυξης- να λειτουργήσει χωρίς δεσμά, αιφνιδιασμούς και αντικίνητρα . Και έτσι, πέραν της κάλυψης των εθνικών αναγκών με ποιοτικά και οικονομικά φάρμακα, να αναδειχτεί σε περιφερειακή δύναμη παραγωγής φαρμάκων υψηλών προδιαγραφών.

EΡ: Κατά καιρούς σας έχω ακούσει να κάνετε πολύ λόγο για την υπερσυνταγογράφηση. Πιστεύεται ότι στην προσπάθεια να μπούνε κανόνες και να τηρηθεί η δεοντολογία, είναι πιο σημαντικός ο έλεγχος του αριθμού των συνταγών ή μια πιο δίκαιη τιμολογιακή φαρμακευτική πολιτική ;

ΑΠ: Θα σας απαντήσω με κάποια στοιχεία: Σήμερα οι μηνιαίες συνταγές που εκδίδονται ξεπερνούν τα 6 εκατομμύρια. Αυτή η υπερβολή δεν αφορά μόνο στην ποσότητα αλλά ορίζει και την κατεύθυνση της υπερσυνταγογράφησης, μεγάλο μέρος της οποίας επιλέγει αναιτίως ακριβά φάρμακα, ενώ υπάρχουν διαθέσιμες φθηνότερες θεραπείες. Σε ότι αφορά στην τιμολόγηση, το μεγάλο θύμα της υπήρξαν τα γενόσημα. Μεταξύ 2009 και 2016 οι τιμές τους μειώθηκαν κατά 67%.Οι αντίστοιχες μειώσεις που δέχτηκαν τα εισαγόμενα on patent ήταν 33%. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τελευταία Δελτία Τιμών η μέση μείωση των παλαιών οικονομικών φαρμάκων ήταν 12% και των νέων ακριβών εισαγόμενων 2%.Σε αυτά πρέπει να προσθέσετε και τις υποχρεωτικές επιστροφές της βιομηχανίας προς τον ΕΟΠΥΥ που λειτουργούν ως μία επιπλέον μείωση της τιμής. Σήμερα ένα στα τρία φάρμακα προσφέρονται από τη βιομηχανία στον ΕΟΠΥΥ δωρεάν. Αυτά δεν προκύπτουν από έλλειψη δεοντολογίας αλλά από τους στρεβλούς κανόνες που επιβάλλονται στην αγορά.

EΡ: Είδε το φως της δημοσιότητας μια ανώνυμη επιστολή που άφηνε να διαφανεί ότι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία ίσως έτυχε ειδικής μεταχείρισης – θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος διαβάζοντας την- τα τελευταία χρόνια από την Πολιτεία. Απαντήσατε πως συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Δηλαδή;

ΑΠ: Η ανώνυμη αυτή επιστολή παραθέτει παντελώς ψεύτικα και στρεβλά στοιχεία. Τι έχει γίνει πραγματικά τα τελευταία χρόνια; Τα οικονομικά φάρμακα -που αποτελούν και τη βάση της ελληνικής παραγωγής – έχουν καθηλωθεί στο 20% της αγοράς. Κάθε εξάμηνο τα φάρμακά αυτά δέχονται μεγάλες μειώσεις των τιμών τους, με αποτέλεσμα πολλά να οδηγούνται σε απόσυρση και να υποκαθίστανται από ακριβότερες θεραπείες. Σε αυτό το περιβάλλον της απαξίωσης των δοκιμασμένων οικονομικών φαρμάκων και προ του κινδύνου πλήρους υποκατάστασής τους από ακριβές εισαγωγές, οι κυβερνήσεις με τις οδηγίες της τρόϊκα υιοθέτησαν από το 2012 σταδιακές μειώσεις τιμών. Και αυτό συνέβη για την πρόσκαιρη προστασία των Ταμείων και των ασθενών. Η ρύθμιση αυτή, η οποία ουδόλως μετέβαλε τη συνολική καταστροφική αντιμετώπιση των ελληνικών φαρμάκων – και βέβαια δεν είχε την παραμικρή επίπτωση στον κλειστό προϋπολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης – έγινε αφορμή παρεξηγήσεων και εκμετάλλευσης από συγκεκριμένα συμφέροντα. Όλοι όμως γνωρίζουν ότι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία μόνο δεινά υφίσταται από τις μνημονιακές πολιτικές.